«Δεν μπορώ να σταματήσω να τον/την σκέφτομαι» είναι μια σκέψη που κάνουν όλοι οι άνθρωποι όταν δεν βρίσκουν ανταπόκριση από το αντικείμενο του πόθου τους, ωστόσο ο έρωτας που νιώθουν μπορεί στην πραγματικότητα να είναι limerence.

Ο όρος limerence επινοήθηκε το 1979 από την ψυχολόγο Dorothy Tennov και περιγράφει την ερωτική εμμονή, δηλαδή την ψυχική κατάσταση που το ερωτευμένο άτομο προσκολλάται συναισθηματικά με το πρόσωπο που θέλει, χωρίς να υπάρχουν απτά στοιχεία.

Με απλά λόγια, παρακολουθεί κάθε κίνηση του πόθου του και ερμηνεύει από ερωτική σκοπιά οποιαδήποτε συμπεριφορά προς το πρόσωπο του, ακόμη και ένα αθώο «γεια» χωρίς υπερβολή, έγραψε η New York Post σε σχετικό δημοσίευμα.

Επίσης, έχει μια βασική διαφορά από τον έρωτα. Το ερωτευμένο άτομο ποτέ δεν εξομολογείται τα αισθήματα που νιώθει ή σε σπάνια περίπτωση που το κάνει, το άλλο μέρος αδιαφορεί και σχεδόν πάντα δεν δίνει κάποια σημασία στη συνέχεια προς τον ερωτευμένο.

Παραδείγματος χάριν, αν το Χ άτομο εξομολογηθεί τον έρωτα στο Ψ, βιώσει απόρριψη, αλλά το δεύτερο άτομο στη συνέχεια δείξει ενδιαφέρον -ανεξαρτήτως λόγου-, τότε δεν υπάρχει limerence. Αν όμως το Ψ άτομο αδιαφορήσει και το Χ άτομο ερμηνεύσει ερωτικά αυτή τη συμπεριφορά και τις μετέπειτα, τότε υπάρχει limerence.

Έτσι, η παραπάνω πάθηση τείνει να εμφανίζεται συνήθως σε φανατικούς θαυμαστές καλλιτεχνών, με ορισμένες περιπτώσεις να ερωτεύονται την εκάστοτε διάσημη περσόνα. Ωστόσο, μπορεί να συμβεί και σε χώρους με καθημερινή συναναστροφή, όπως το περιβάλλον εργασίας.